Άκης Καπράνος - Midnight Express: “Ο προτζέκτορας δε θα κάνει ποτέ το σπίτι σου σινεμά!” / ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Με αφορμή την επιστροφή στα αγαπημένα μας θερινά των Εξαρχείων και την ανακοίνωση του φετινού Midnight Express, που φετος έκλεισε τα πέντε του χρόνια, ο Άκης Καπράνος, η ψυχή πίσω από την μεταμεσονύκτια κινηματογραφική λέσχη της Αθήνας, μιλάει στο inExarchiagr ενώ εμείς αδημονούμε να ξαναχωθούμε στα βαθιά καθίσματα της Ριβιέρα στα Εξάρχεια.

Συντάκτης: Κλέλια Α., επιμέλεια: Γιώργης Φιοράκης

*τελευταία θερινή προβολή "Ghost in the Shell", πληροφορίες εδώ 

Αν μένεις στα Εξάρχεια, ή κάπου στην Αθήνα, είναι πολύ πιθανό ότι έχεις περάσει κάποιο καλοκαιρινό βράδυ στον κήπο της Ριβιέρα για να παρακολουθήσεις κάποια από τις προβολές της κινηματογραφικής λέσχης του Midnight Express. Cult και arthouse ταινιάκια, ιδιαίτερα φιλμ και ατελείωτες συζητήσεις μετά, μεταξύ ενός ακόμα ποτού ή περιπάτου στα αξημέρωτα της γειτονιάς, κοινό μυστικό και σχεδόν ιεροτελεστία για τους σινεφίλ, το θερινό μεταμεσονύκτιο σινεμά που έστησε ο πολυπράγμων κριτικός κινηματογράφου Άκης Καπράνος. Μια λέσχη με φανατικό κοινό που θα επανεκκινήσει και πάλι το καλοκαίρι μας. 

Το Midnight Express αποτελεί την αθηναϊκή βερσιόν της κουλτούρας που γεννήθηκε κάπου στην δεκαετία των 1930ς στην Αμερική με μεταμεσονύκτιες προβολές ταινιών χαμηλού μπάτζετ στο δρόμο. Οι μεταμεσονύκτιες προβολές είναι ένα "δυναμικό φαινόμενο" που αλλάζει, αλλά δεν σταματά να γοητεύει και να διατηρεί αυτούσια την ιδιάζουσα αίγλη του ανάμεσα στους σινεφίλ. Το σινεμά που συμβαίνει μετά τα μεσάνυχτα φέρει τα δικά του χαρακτηριστικά, τα οποία συναντάμε και βιώνουμε και εμείς ως κομμάτι της ιστορίας του στις προβολές του Ααβόρα, του Ριβιέρα ή του ΒΟΞ. Φτιαγμένο από πιο ελεύθερα υλικά και μια διαφορετική προσέγγιση θέασης, πέραν της θεματολογίας του -η οποία μπορεί να περιλαμβάνει από αγαπημένα b movies, κλασικά φιλμ τρόμου και σπλάτερ, καλτ κλάσικς, αγαπημένα κιτς και ταινίες δράσεις- στην καρδιά του χτυπάει κυρίως ο διάλογος, η παρέα, το κοινό βίωμα της ανθρώπινης ανάγκης για μυστικές θεάσεις και την αίσθηση του ανήκειν. Προϊόν μιας κόντρα κούλτουρας, που θέλει τον θεατή να επιλέγει αυτός, να ανακαλύπτει και να βουτάει ξανά στα φιλμ που κάθε φορά η μικρή μυστική κοινότητα μοιράζεται μπροστά από την μεγάλη οθόνη. 

Στην Αθήνα οι μεταμεσονύκτιες προβολές ακολούθησαν την πολύ μεγάλη ιστορία των αντίστοιχων δράσεων στην Αμερική των '70ς -με τους κινηματογράφους να παίζουν και να δημιουργούν την μετέπειτα αναγνωρισιμότητά ανένταχτων φιλμ της εποχής. Ταινίες όπως η Νύχτα των ζωντανών Νεκρών του Ρομέρο (που ήταν και μία από τις ταινίες που εγκαινίασε τη αθηναϊκή λέσχη του Μidnight Express), τα Ροζ Φλαμίνγκο του Γουότερς ή το Eraserhead του Λιντς βρήκαν το φανατικό κοινό τους σε αυτές- έτσι και τα αθηναϊκά σινεμά των '80ς και των ‘90ς όπως τα Φλερί, Ριάλτο, το Ελυζέ, το Αλφαβίλ και η Ααβόρα φιλοξένησαν την ιδιότυπη κοινότητα των μεταμεσονύκτιων προβολών. Όπως και στο Midnight Express, η συμμετοχικότητα και η ελεύθερη έκφραση των συναισθημάτων του κοινού σε αυτές τις προβολές, όχι μόνο απέχει κατά πολύ από την “clean cut” και “πολιτισμένη” παρακολούθηση ταινιών στα μούλτιπλεξ, αλλά αποτελεί και ζητούμενο της όλης εμπειρίας.

Εικόνα

 

Εικόνα

 

Η κοινωνική ανταλλαγή στα σκοτάδια των αιθουσών -και κάτω από τους ουρανούς των θερινών- άλλωστε δεν θα μπορούσαν να μην ξεκινήσουν από το ίδιο το Ααβόρα της αρχαιολόγου και αιθουσάρχισσας Πέγκυς Ρίγγα (Ααβόρα, Ριβιέρα, ΒΟΞ). Η ομάδα που τρέχει το Midnight Express αποτελεί η ίδια κομμάτι των ανθρώπινων αυτών συστατικών που χτίζουν την αλτερνατίβα της ιστορικής συνέχειας του πολιτισμού της πόλης. Η σύμπραξη μεταξύ των δύο αυτών ανθρώπων, που λίγα χρόνια πριν μας σύστησαν τη λέσχη, με αφορμή την προβολή για τον θανάτο του David Bowie, και για τους οποίους η επιβίωση και η γνώση γύρω από το διαφορετικό σινεμά βρήκε πρόσφορο έδαφος στα ανοιχτά και κινηματογραφόφιλα Εξαρχειάκια. 

O Άκης Καπράνος εκτός από επιμελητής της λέσχης, που πλέον αριθμεί έντεκα χιλιάδες(!) μέλη, προβολές σε Αθήνα αλλά και Θεσσαλονίκη, παρουσιάσεις με συντελεστές και συζητήσεις (και την χαρά του να μπορείς να έχεις την δική σου κάρτα μέλους), είναι μουσικός, συνθέτης κινηματογραφικών σάουντρακ, ραδιοφωνικός παραγωγός και διδάσκει κινηματογράφο. Αυτή του η εκπαιδευτική ιδιοτητα που εμπεριέχει τα στοιχεία της μεταδοτικότητας και  της άμεσης σύνδεσης με τον ακροατή είναι έκδηλη άλλωστε και κάθε φορά που σηκώνουμε χεράκια όταν κρατάμε τα στατιστικά για το πόσοι έχουμε δει την ταινία που προβάλλεται.

Καλύτερα όμως, φυσικά, μας τα λέει ο ίδιος ο Άκης μιλώντας μας για τις προκλήσεις, τα νέα και τη συλλογική εμπειρία του Midnight Express μέχρι να ανταμώσουμε ξανά στα θερινά: 

   

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΑΚΗ ΚΑΠΡΑΝΟ
 

H κινηματογραφική λέσχη του Midnight Express κλείνει πέντε χρόνια φέτος. Κατά πόσο θεωρείς ότι αυτό που αρχικά φανταζόσουν έχει γίνει πραγματικότητα και ποιες ήταν οι μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίσατε; 

Το μεγαλύτερη μέλημα μου ήταν, αυτές οι προβολές, να αποκτήσουν το δικό τους χαρακτήρα. Γιατί προφανώς υπήρξε μεταμεσονύχτιο προηγούμενο στην Ελλάδα (οι προβολές του Βαγγέλη Κοτρώνη, του Βάσου Γεώργα, των αδελφών Δεληολάνη, του Μπάμπη Ακτσόγλου, της οικογένειας Στεργιάκη και τόσων ακόμα) αλλά εκεί υπήρχε πάντα το «cult» πρόσημο, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό πια. Ποτέ άλλοτε όμως δεν είχαν προβληθεί σε μεταμεσονύχτια προβολή ταινίες του Τζον Κασσαβέτη για παράδειγμα («Husbands»), του Μπομπ Φος («All that jazz») ή του Τέρενς Μάλικ («Badlands») – ούτε ελληνικές φυσικά («Απόντες», «Ψυχή Στο Στόμα», «Ροζ», «Δεν θέλω να γίνω δυσάρεστος αλλά πρέπει να μιλήσουμε για κάτι πολύ σοβαρό»). Και βέβαια παίξαμε τη «Φαντασία» του Ντίσνεϊ σε επετειακή προβολή για τα 80 της χρόνια, άλλη μια πρωτιά. Επίσης καταπιαστήκαμε με το αποτύπωμα της pop κουλτούρας των 80s, με μια σειρά ταινιών από τον «Κόναν» μέχρι το «Breakfast Club» ενώ παρουσιάσαμε για πρώτη φορά σε αθηναϊκή αίθουσα ταινίες που κανείς διανομέας δε θα άγγιζε ποτέ, όπως το «Tetsuo», το «Last house on Dead End street», το anime «Akira» ή το «Sonny Boy».  Κάθε μια εξ αυτών των προβολών ήταν μια πρόκληση – μιας και δεν είχε ξαναγίνει ποτέ κάτι τέτοιο στη χώρα. Αλλά το κοινό μας στήριξε και μας ακολούθησε σε κάθε μία. Εδώ επιτρέψτε μου να την ψωνίσω λίγο, αλλά θεωρώ πως στις προβολές του Midnight μαζεύεται πραγματικά το καλύτερο κοινό. Που θα σπάσει πλάκα στις οργιαστικά κακές ταινίες (σαν το «Samurai Cop») αλλά θα σεβαστεί στο έπακρο το «Inferno» του Ντάριο Αρτζέντο για παράδειγμα – πολύ περισσότερο από το αθηναϊκό κοινό στα 80s και τα 90s (ιδίως τότε) που έμπαινε στην αίθουσα για να σπάσει πλάκα με το οτιδήποτε. Την όλη κόλαση πίσω από το οργανωτικό κομμάτι (η αναζήτηση των δικαιούχων των πνευματικών δικαιωμάτων για κάθε ταινία, τα παζάρια, τα DCP) την αφήνω απ’ έξω!
 

Εικόνα

 

Εικόνα

Ποιο είναι το συναίσθημα, πέρα από τη χαρά του να δούμε αγαπημένα φιλμ στη μεγάλη οθόνη, που θα έλεγες ότι επικρατεί όταν επιλέγεις τις ταινίες για τη λέσχη; 

Δέος για το μέλλον. Μη ξεχνάς πως πολλές απ’ αυτές τις ταινίες δεν τις έχω δει ποτέ σε μεγάλη οθόνη αν και τις υπεραγαπώ. Ταυτόχρονα φυσικά υπάρχει πολύ άγχος πίσω απ’ όλο αυτό γιατί ποτέ δεν είχαμε κάποιον μεγάλο, σταθερό σπόνσορα – ο κύριος όγκος χρημάτων προέρχεται από την τσέπη μου, τουλάχιστον μέχρι σήμερα. Γι’αυτό ξαναλέω πως το Midnight είναι ο κόσμος του. Δεν έχω στείλει ούτε μια φορά δελτίο τύπου σε εφημερίδα, δεν μπήκα ποτέ στην κόπο να «σπρώξω» το όλο εγχείρημα έξω από το internet – δηλαδή την ομάδα μας. Είμαστε αυτοί που είμαστε. 
 

Το Midnight Express μεταλλάχθηκε, ή καλύτερα προσαρμόστηκε, κατά την διάρκεια των λοκντάουν και  της πανδημίας. Είναι φανερό ότι η κοινότητα που ακολουθεί το φεστιβάλ το στήριξε και το στηρίζει. Παράλληλα βρισκόμαστε απέναντι σε μια πραγματικά πολύ δύσκολη συνθηκη για τα ανεξάρτητα σινεμά, τι πιστεύεις ότι πρέπει να κάνουμε για να σώσουμε τα σινεμά και τις αίθουσες που αγαπάμε; 

Δεν ξέρω τι μπορούμε να κάνουμε – ακόμα κι αν τα στηρίξουμε. Έχω την αίσθηση πως οι πολυεθνικές θέλουν απλά να εξαφανίσουν τους μεσάζοντες. Όλα θα γίνονται στο σπίτι ή από το σπίτι και θα τελειώνουν εκεί – τα ψώνια, η ψυχαγωγία, τα πάντα. Και όλα τα κέρδη θα πηγαίνουν κατευθείαν στους παραγωγούς – όχι σε «καταστηματάρχες» παντός τύπου. Αυτό βλέπω να συμβαίνει, αυτή μοιάζει να είναι η γραμμή. Μένει να αποδειχθεί το αν θα τους «βγει» ή όχι. Αλλά γενικά ο κόσμος έχει κουραστεί να πηγαίνει κόντρα. Ή έτσι μοιάζει, δυστυχώς. 

 

Εικόνα

 

Το μεταμεσονύκτιο σινεμά του Midnight Express έχει βρει σπίτι στα σινεμά των Εξαρχείων, έχει παίξει ρόλο ο χαρακτήρας και οι άνθρωποι της γειτονιάς στην επιτυχημένη του πορεία; 

Ναι, ξεκάθαρα. Δε θα μπορούσε να είχε γίνει αλλού. Οι προβολές του Midnight Express άλλωστε δεν έχουν κόκκινα χαλιά, ούτε παίζουν παιχνίδια δημοσίων σχέσεων για παράδειγμα. Και τις ταινίες που θα δεις εδώ δε θα τις δεις πουθενά αλλού. Ε, που αλλού θα μπορούσαμε να ριζώσουμε; 

Πέρα από το να δει κανείς παλαιότερες ταινίες στη μεγάλη οθόνη τι είναι αυτό που σε γοητεύει στο σινεμά από άλλες εποχές; Τι διαφορές βρίσκεις με τις σύγχρονες παραγωγές;

Θράσος, τόλμη, κωλοπαιδισμός, αυθάδεια. Όλα αυτά τα υπέροχα που μου λείπουν από το σινεμά σήμερα. Θα μπορούσε σήμερα να γυριστεί ένα αριστούργημα σαν την «Ευτυχία» του Τοντ Σόλονζ; Δύσκολο – για να μην πάω πιο πίσω.

Η πανδημία μας έχει αναγκάσει να παρακολουθούμε κινηματογραφικά φεστιβάλ, ταινιάκια και εν γένει σινεμά στο σπίτι. Όλη αυτή η αναγκαστική στροφή της ζωή μας στο digital έχει γεννήσει μια πρωτογνωρη αδημονία του κόσμου, όπως τουλάχιστον εκφράζεται στα κοινωνικά δίκτυα, να επιστρέψει στις αίθουσες. Ποια στοιχεία είναι αυτά που πιστεύεις ότι δένουν τελικά το κοινό με την αίθουσα και πώς τα έχεις βιώσει μέσα από το Midnight express;

Το σινεμά είναι κάτι που βιώνεται μέσα από τον ξένο. Μπαίνεις σε μια αίθουσα όπου δεν ξέρεις πραγματικά κανέναν και όλοι μαζί γίνεστε κοινωνοί ενός γεγονότος που σας ξεπερνά. Τι θα μπορούσες να κάνεις σπίτι σου που να συγκριθεί με κάτι τέτοιο σαν εμπειρία; Ο προτζέκτορας δε θα κάνει ποτέ το σπίτι σου σινεμά!

Πρότζεκτ σαν το Midnight Express και κινηματογραφικά φεστιβάλ θα λέγαμε ότι καλλιεργούν μια νέα γενιά σινεφίλ. Πώς πιστεύεις ότι επηρεάζεται η κινηματογραφική κουλτούρα μας μέσα από τα φεστιβάλ;

Μα και εγώ ο ίδιος προσωπικά έμαθα σινεμά στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και στις Νύχτες Πρεμιέρας! Πριν από κάθε ταινία ρωτάω πόσοι την έχουν δει. Ε, το «All that Jazz» για παράδειγμα (που παίξαμε σε γεμάτη αίθουσα) δεν το είχε δει σχεδόν κανένας. Σήμερα ακόμα συναντώ κόσμο στο δρόμο που με ευχαριστεί για εκείνη την προβολή – κάτι που με συγκινεί βαθιά. 

Εικόνα

 

Ξέρουμε ότι έχεις μια πολύ ιδιαίτερη και στενή σχέση με τη μουσική είτε ως παραγωγός, είτε ως μέλος μπάντας, συνθέτης ή dj και πρόσφατα με την δισκογραφική εταιρεία που ετοιμάζεις μέσα από Midnight express, τι να περιμένουμε; 

Να περιμένετε αποκλειστικές εκδόσεις, και πολλές ανακοινώσεις στους επόμενους μήνες. Για άλλη μια φορά επιχειρώ κάτι που δεν έχει ξαναγίνει σε ελληνικό γήπεδο. Θα δούμε που θα πάει. Τα εργοστάσια κοπής αυτές τις μέρες δουλεύουν σε πολύ αργούς ρυθμούς, μακάρι να τα έκοβα μόνος μου!

Πως οραματίζεσαι το Midnight Express τα επόμενα χρόνια;

Ιδέα δεν έχω. Ελπίζω να βαστήξουν τα σινεμά, να βαστήξει το κοινό, να βαστήξουμε κι εμείς. Αλλά πολύ θα ήθελα να επιστρέψουμε τον ερχόμενο χειμώνα στις κλειστές αίθουσες. Είναι πάρα πολλές οι ταινίες εκείνες που, όπως και να το κάνουμε, δε θα μπορούσαν ποτέ να λειτουργήσουν σωστά σε θερινό.

Και μία κλισέ: Να περιμένουμε εκπλήξεις στη φετινή διοργάνωση; 

Το μόνο βέβαιο.
 

Εικόνα

* γίνε και εσύ γκρούπι του Midnight Express, στο γκρουπ στο facebook για όλα τα νέα της αγαπημένης μας κινηματογραφικής λέσχης

Συντάκτης: Κλέλια Α. / επιμέλεια: Γιώργης Φιοράκης
 

Ο οδηγός της πιο ζωντανής και ανήσυχης περιοχής της Αθήνας.

Ακολουθήστε το inExarchia στο facebook, instagram, twitter, youtube

Στην ίδια κατηγορία

Το μεσημέρι του Σαββάτου, 20 Απριλίου, επιστρέφουμε στο Solaris για να γνωρίσουμε τον κόσμο του νέου Tomahawk Angel, σε έκδοση μίας από τις μεγαλύτερες ανεξάρτητες εταιρείες κόμικς των ΗΠΑ, της Dark Horse...

think

Μια συζήτηση για την καλλιτεχνική πρωτοβουλία Potential Project και την εικαστική έκθεση “Ενθύμιο” με τους επιμελητές Καρολίνα Αλειφεροπούλου και Δημήτρη Γεωργακόπουλο, στο νεοκλασικό κτήριο της Ανδρέα Μεταξά...

think

Ο Σταύρος Άλλος, μουσικός, τραγουδοποιός, ηχολήπτης και μουσικός παραγωγός, κυκλοφόρησε το πρώτο σόλο εγχείρημά του σε ελληνικό στίχο, με τίτλο “Για την Νόρα” σε βινύλιο, από τη Rudu Records.

think

Newsletter