Οι αφανείς ήρωες της Συρίας σε κίνδυνο

Στις 20 Δεκεμβρίου 2013, μετρούσαν ήδη πάνω από δύο χρόνια από τότε που ξέσπασε ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία. Εκείνη τη μέρα ο Molhem Bakarat, ένα δεκαεφτάχρονο ντόπιο αγόρι, έπεφτε νεκρό καθώς είχε στραμμένο το φακό του σε μια μάχη μεταξύ καθεστωτικών και επαναστατικών δυνάμεων στο Χαλέπι.

Ο νεαρός εργαζόταν για λογαριασμό του Reuters. Το ειδησεογραφικό πρακτορείο τον είχε εξοπλίσει με κάμερα, αλεξίσφαιρο και κράνος και ξεκίνησε να τον πληρώνει για τις φωτογραφίες του από το Μάιο του 2013.

 

Ο θάνατος του Bakarat αποτελεί κάθε άλλο παρά εξαίρεση. Οι δημοσιογράφοι έχουν βρεθεί από καιρό στο στόχαστρο σε εμπόλεμες ζώνες. Από την απαρχή της Αραβικής Άνοιξης όμως, το φαινόμενο έχει πάρει δραματικές διαστάσεις καθώς η φύση της δουλειάς σταδιακά μεταβάλλεται. Ο συνεχής αναβρασμός στη Συρία, έχει μετατρέψει τη χώρα στο πιο θανατηφόρο μέρος του κόσμου για πολεμικούς ανταποκριτές. Σύμφωνα με την ανεξάρτητη ΜΚΟ Επιτροπή για την Προστασία των Δημοσιογράφων, από τους 227 δημοσιογράφους που έχουν χάσει τη ζωή τους σε εμπόλεμες ζώνες από το 2011, το ένα τρίτο έφυγε καλύπτοντας τον εμφύλιο της Συρίας. Επιπλέον περισσότεροι από 80 δημοσιογράφοι έχουν απαχθεί κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων ετών, ενώ 20 αγνοούμενοι θεωρούνται πως έχουν πέσει θύματα απαγωγής.

 

Παρά το γεγονός ότι η κατάσταση στη Συρία θεωρείται ένα γενικό πρόβλημα κατά της δημοσιογραφίας, η μεγάλη πλειοψηφία αυτών που πλήττονται είναι ντόπιοι δημοσιογράφοι που δουλεύουν στην ίδια τους την πατρίδα. Πρόσφατες ακρότητες όπως ο αποκεφαλισμός των δύο Αμερικανών δημοσιογράφων James Foley και Steven Sotloff ή τα συνεχιζόμενα βίντεο με πρωταγωνιστή τον Βρετανό δημοσιογράφο John Cantlie από το αυτό-αποκαλούμενο Ισλαμικό Κράτος (ISIS) μονοπωλούν τα πρωτοσέλιδα των μεγάλων διεθνών Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Ενώ το ενδιαφέρον και η οργή του δυτικού κόσμου εστιάζει στο χαμό «των δικών μας» παιδιών, η πραγματικότητα είναι αρκετά διαφορετική. Στη Συρία, περίπου 84% των νεκρών ανταποκριτών είναι Σύριοι πολίτες. Ντόπιοι δημοσιογράφοι που είτε δουλεύουν για ξένα μέσα ενημέρωσης (οι λεγόμενοι fixers), είτε ως ελεύθεροι επαγγελματίες (freelancers ή stringers) ή ρεπόρτερ τοπικών μέσων είναι τα πιο συχνά θύματα αυτού του πολέμου. Μια σειρά από αίτια συνεισφέρουν στο ίδιο  δραματικό αποτέλεσμα.

 

Όταν οι ξένοι πολεμικοί ανταποκριτές λιγοστεύουν

 

Μεγάλα διεθνή μέσα που συνήθιζαν να διατηρούν κεντρικά γραφεία σε θερμά σημεία παγκοσμίως, τείνουν τώρα να συρρικνώνουν το μόνιμο δυναμικό τους. Η πρόοδος της τεχνολογίας και η πτώση των εσόδων έχει οδηγήσει τη δημοσιογραφία σε μια νέα περίοδο όπου λιγότεροι ξένοι ανταποκριτές  βρίσκονται εγκατεστημένοι σε πόλεις-κλειδιά ή φτάνουν στις εμπόλεμες ζώνες. Αντ’ αυτού τα δυτικά μέσα βασίζονται κυρίως σε ντόπιους δημοσιογράφους ή απλούς πολίτες για να βγάλουν την είδηση της πρώτης γραμμής.

 

Παλιότερα οι ξένοι ανταποκριτές παρέμεναν στις εμπόλεμες περιοχές για μεγάλο χρονικό διάστημα. Τώρα αυτή η πολυτέλεια της εξοικείωσης με τη γλώσσα, την εσωτερική πολιτική κατάσταση της χώρας, το ύφος της διαμάχης και η δικτύωση με ντόπιες αρχές φαντάζει μακρινή πολυτέλεια. Συνήθως στέλνονται από τη μια εμπόλεμη ζώνη στην άλλη με αποτέλεσμα η συνεργασία με ντόπιους να αποτελεί αναπόφευκτη λύση. Τα ποσοστά των ντόπιων ανταποκριτών ανέρχονται διαρκώς καθώς τα ξένα ΜΜΕ βασίζονται ολοένα και περισσότερο σ’ αυτούς. Οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζουν είναι μακράν μεγαλύτεροι. Συνήθως εργάζονται ως ελεύθεροι επαγγελματίες χωρίς να έχουν συμβόλαιο με το δημοσιογραφικό πρακτορείο που τους χρηματοδοτεί με αποτέλεσμα να είναι υπεύθυνοι οι ίδιοι για την ατομική τους ασφάλεια σε περίπτωση κινδύνου.
 

Αλλά αυτή η δουλειά δε είναι προβληματική μόνο εξαιτίας της μη εγκατεστημένης ασφάλειας μεταξύ εργοδότη-εργαζόμενου. Αποστάτες, προδότες του έθνους και της θρησκείας και συνεργάτες των δυτικών είναι μερικές από τις κατηγορίες που καθημερινά στοιχειώνουν τους ντόπιους ανταποκριτές. Στο τέλος της μέρας οι πιθανότητες να εγκαταλείψουν τη χώρα είναι πενιχρές όταν η δουλειά τους αρχίσει να γίνεται αισθητή από τις κυβερνητικές αρχές ή τις αντικαθεστωτικές ομάδες.  Ο Αμερικανός πολεμικός ανταποκριτής για την εφημερίδα LA Times και κατακτητής του βραβείου Pulitzer David Zucchino ανέφερε ότι ο ίδιος ποτέ δεν έχει γίνει αποδέκτης βίας αλλά αναγνωρίζει τη δυσαναλογία των κινδύνων. «Οι ντόπιοι δημοσιογράφοι και μεταφραστές», δήλωσε, «θέτουν τις ζωές τους σε κίνδυνο για να με βοηθήσουν και είναι σε πολύ μεγαλύτερο κίνδυνο απ’ ότι εγώ αφού είναι γνωστοί στην τοπική κοινωνία και δεν μπορούν εύκολα να φύγουν από τις πατρίδες τους αν απειληθούν εξαιτίας της συνεργασίας τους με ξένα ΜΜΕ».

 

ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΑ ΕΜΠΟΔΙΑ

 

Το κυβερνών κόμμα Μπάαθ υπό την ηγεσία του Bashar Al-Assad έχει ήδη υποστηρίξει θριαμβευτικά την φήμη του καταπιεστή της ελευθερίας της έκφρασης και της φίμωσης των ΜΜΕ από την απαρχή της διαμάχης. Από τις πρώτες μέρες της εξέγερσης, οι Συριακές αρχές διεξήγαγαν μια σειρά από συλλήψεις δημοσιογράφων που κάλυπταν τις πορείες, τις οδομαχίες και την άγρια κυβερνητική καταστολή. Το Μάιο του 2012, ο Σύριος πολίτης Mohammed Abdelmawla al-Hariri καταδικάστηκε σε θάνατο κατηγορούμενος για «εσχάτη προδοσία και επαφές με ξένες δυνάμεις». Οι αρχές προχώρησαν στη σύλληψή του αμέσως μετά από συνέντευξη που παραχώρησε στο αραβικό κανάλι Al-Jazeera περιγράφοντας την κατάσταση στη γενέτειρά του Deraa στα νότια της χώρας. Η Συριακή κυβέρνηση στη συνέχεια κατηγόρησε το ειδησεογραφικό δίκτυο του Κατάρ και άλλα ξένα μέσα ότι αποτελούν μέρος παγκόσμιας συνωμοσίας για την πρόκληση χάους στη Συρία.

 

Η επίσημη κυβέρνηση έχει κλείσει για τα καλά την πόρτα στους ξένους ανταποκριτές. Αυτό που φαινόταν ως ο μοναδικός τρόπος εισόδου στη χώρα, η χορήγηση βίζας από τον κρατικό μηχανισμό, τώρα είναι σχεδόν αδύνατο να αποκτηθεί. Στις 25 Αυγούστου, ο Sam Dagher, δημοσιογράφος της Αμερικανικής εφημερίδας Wall Street Journal, εμποδίστηκε απ’ το να εισέλθει στη χώρα από μέλη των δυνάμεων ασφαλείας. Το γεγονός ότι είχε περάσει περισσότερα από ένα χρόνο στη Συρία ως διαπιστευμένος ανταποκριτής με ιστορικό κάλυψης της Δαμασκού και άλλων πόλεων δεν του εγγυήθηκε την είσοδο. Ούτε οι δημοσιογραφικές διαπιστεύσεις, που είχαν ανανεωθεί νωρίτερα το 2014 από την Εθνικό Συριακό Συμβούλιο Μέσων Ενημέρωσης έκαναν καμιά διαφορά στην υπόθεσή του.

 

ΑΝΤΙΚΑΘΕΣΤΩΤΙΚΟΙ ΣΤΟ ΙΔΙΑ ΧΝΑΡΙΑ

 

Αντικαθεστωτικές δυνάμεις απ’ την άλλη δε φαίνεται να υιοθετούν φιλικότερη στάση απέναντι στους φορείς πληροφοριών. Σε Συρία και Ιράκ, πολλοί ντόπιοι δημοσιογράφοι έχουν απαχθεί από ένοπλες ομάδες και έχουν κρατηθεί όμηροι για πολλούς μήνες, υπαγόμενοι σε συνεχείς ανακρίσεις και βασανιστήρια. Κατηγορούμενοι και σε αυτήν την περίπτωση ως κατάσκοποι ή προδότες για τη συνεργασία τους με ξένα ΜΜΕ, από τότε που το αυτοαποκαλούμενο Ισλαμικό Κράτος (ΙSIS) απέκτησε τον έλεγχο μεγάλων περιοχών της χώρας, η κατάσταση έχει γίνει εξαιρετικά εχθρική στις «απελευθερωμένες» περιοχές. Η ένοπλη ομάδα εξέδωσε τον Οκτώβριο του 2014 μια λίστα με 11 κανόνες, όπου όλοι οι δημοσιογράφοι και εργαζόμενοι σε μέσα ενημέρωσης που καλύπτουν δραστηριότητες του ISIS οφείλουν να τηρούν. Ανάμεσα στις εντολές είναι η δήλωση υποταγής στην ομάδα και ο εξονυχιστικός έλεγχος της δουλειάς τους. Οι οδηγίες εκδόθηκαν αρχικά στην πόλη Deir Ezzor όταν το ISIS κατέκτησε τον έλεγχο της πόλης.

 

Αποτέλεσμα τέτοιων ενεργειών είναι οι δημοσιογράφοι να εγκαταλείπουν μαζικά τις ελεγχόμενες περιοχές υποβαλλόμενοι σε αυτολογοκρισία. Όταν αποφασίζουν να μείνουν, συνεχίζουν τη δουλειά τους ανώνυμα εκτεθειμένοι σε μεγάλο κίνδυνο. Αυτοί που φεύγουν συνήθως συνεχίζουν την κάλυψη του πολέμου από πόλεις που λειτουργούν ως ουδέτερες ζώνες. Στις 4 Οκτωβρίου, ο Σουηδός δημοσιογράφος Joakim Medin, δήλωσε μέσω του λογαριασμού του στο Τwitter ότι είναι ο τελευταίος εναπομείναντας ανταποκριτής που εγκατέλειπε το Κομπάνι, καθώς η μάχη μεταξύ των Κουρδικών υπερασπιστών και των τζιχαντιστών χειροτέρευε δραματικά. Μόνο οι κάτοικοι της πόλης είχαν απομείνει για να παίξουν το ρόλο των παραγωγών ειδήσεων από την πολιορκημένη πόλη.

 

Σύμφωνα με την Ιρακινό Παρατηρητήριο Δημοσιογραφικών Ελευθεριών  (JFO), το Ισλαμικό Κράτος απήγαγε 9 δημοσιογράφους το Σεπτέμβριο εκ των οποίων μόλις οι τρεις έχουν αφεθεί ελεύθεροι. Αργότερα στα τέλη Οκτωβρίου και αρχές Νοεμβρίου, απήγαγαν άλλους 14 ρεπόρτερ, κάμεραμαν, μηχανικούς τηλεόρασης και τεχνικούς στη Μοσούλη, οι περισσότεροι εκ των οποίων εργάζονταν στην τοπικό τηλεοπτικό σταθμό Sama Mosul TV. To JFO επίσης αναφέρει ότι η οργάνωση έχει εκδώσει λίστα με 50 ονόματα δημοσιογράφων που βρίσκονται στο στόχαστρό τους. «Δημοσιογράφοι που εργάζονται σε περιοχές υπό τον έλεγχο του Ισλαμικού Κράτους, ειδικά στη Μοσούλη, βρίσκονται εκτεθειμένοι σε ακραίο κίνδυνο. Γίνονται στόχος εξαιτίας του επαγγέλματός τους, γιατί αυτόματα θέτουν σε κίνδυνο τη τζιχαντιστική προπαγάνδα της οργάνωσης. Οι αρχές πρέπει να κάνουν ότι είναι δυνατό για να προστατεύσουν αυτούς τους μαχητές της ελευθερίας των ειδήσεων και ως εκ τούτου όλων των άλλων ελευθεριών», δήλωσε στο JFO η  Lucie Morillon, διευθύντρια προγράμματος της Γαλλικής ΜΚΟ Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα.


Ο πόλεμος στη Συρία αποτελεί μια από τις πιο πολύπλοκες και απρόβλεπτες εν εξελίξει διαμάχες της εποχής μας. Διαφορετικοί πόλοι συμβάλλουν στο ίδιο αποτέλεσμα. Ντόπιοι υπερασπιστές της δημοσιογραφίας έχουν απομείνει για να καταγράψουν ιστορία και να διαδώσουν τις ειδήσεις εκτός συνόρων. Μετά το θάνατο του Bakarat, το Reuters επικρίθηκε έντονα για την χρήση ενός ανήλικου, μη εκπαιδευμένου έφηβου για την απόκτηση πρόσβασης στις πιο επικίνδυνες εμπόλεμες ζώνες. "Πιστεύω ότι υποθέσεις σαν του Molhem βρίσκονται σε όλη τη χώρα - υπάρχουν ακτιβιστές σε όλη τη Συρία που κάνουν το ίδιο πράγμα για τα μεγάλα πρακτορεία Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης ", δήλωσε ο Αντνάν Χαντάντ, Σύριος ακτιβιστής του υπέρμαχου Κέντρου Δημοσιογραφίας Χαλεπίου στο περιοδικό Foreign Policy. Ανταποκρινόμενοι στην κοινωνική αναταραχή κατέληξαν φορείς ειδήσεων ή συνεργάτες ξένων ανταποκριτών που λαθραία περνούν τα σύνορα. Το παρόν και το μέλλον αυτών παραμένει ασαφές στη ματωμένη Ανατολή.
 

Ο οδηγός της πιο ζωντανής και ανήσυχης περιοχής της Αθήνας.

Ακολουθήστε το inExarchia στο facebook, instagram, twitter, youtube

Στην ίδια κατηγορία

124 ταινίες από 42 χώρες, 40 περφόρμανς και 2 εργαστήρια μας περιμένουν για δύο ημέρες του Απριλίου, στο φεστιβάλ που διοργανώνει το Ινστιτούτο Πειραματικών Τεχνών, στο Θέατρο Εμπρός στου Ψυρρή.

think

«Όταν έχεις κουραστεί να κάνεις έρωτα με την ασχήμια, το να πέσεις σ’ έναν πελάτη με φιλντισένιο χαμόγελο που σου λέει πόσο όμορφη είσαι μες στη βροχή και κάτω απ’ το μπαλκόνι σου, κι έχει την πρόνοια να μη...

think

Το εξειδικευμένο κατάστημα ξυλείας, ειδών κιγκαλερίας και χρωματοπωλείο του Σωτήρη και της Νίκης για ό,τι χρειαζόμαστε για το σπίτι, το μπαλκόνι, την αυλή και όλα τα μαστορέματα του σπιτιού μας. Ξυλεία, χρώματα...

think

Newsletter