έρευνα/κείμενο: Σοφία Σταυριανοπούλου
φωτογραφίες: George Fiorakis
*φωτογραφίες ελεύθερες για αναδημοσίευση, αν δεν αφορά εμπορική χρήση, με αναφορά της πηγής και ενεργό λινκ (διαφορετικά με γραπτή άδεια)
Στις εξοχές των Αθηνών οικοδομούνται στα τέλη του 19ου αιώνα πολυτελείς επαύλεις πλούσιων αστών της πρωτεύουσας, σχεδιασμένες τις περισσότερες φορές από εξέχοντες αρχιτέκτονες της εποχής. Τα κτίρια αυτά ακολουθούν κατά κύριο λόγο το ρεύμα του νεοκλασικισμού, που επικρατεί την περίοδο αυτή στον ελληνικό χώρο, με μια διάθεση χαλαρότητας όμως ως προς την απόδοση των αρχιτεκτονικών χαρακτηριστικών του, ακριβώς γιατί δεν κατασκευάζονται ως κύριες κατοικίες ενταγμένες στον πολεοδομικό ιστό της πόλης. Άλλωστε, δεν λείπουν και οι ιδιοκτήτες που επιλέγουν για τα εξοχικά τους ιδιαίτερες και άγνωστες στον ελληνικό χώρο αρχιτεκτονικές μορφές, τις οποίες θαυμάζουν στα επαγγελματικά ταξίδια τους στην Ευρώπη.
Μια από αυτές τις εξοχές λοιπόν, μακριά από το κέντρο της πόλης, αποτελούσε το προάστιο Πατήσια, με τους μεγάλους ανθόκηπους, τους αμπελώνες και τα περιβόλια. Εκεί, οικοδομείται λίγα χρόνια πριν τη στροφή στον 20ο αιώνα, η προαστιακή έπαυλη που έχει μείνει στην ιστορία από το όνομα του δεύτερου ιδιοκτήτη της ως βίλα Κλωναρίδη. Το διώροφο, με συμπαγή όγκο κτίριο έχει ψηλά ανοίγματα διαρθρωμένα συμμετρικά σε όλες τις όψεις του, ενώ επιβλητικό είναι το πρόπυλο της εισόδου που δημιουργεί και το μοναδικό εξώστη του κτιρίου στον όροφο. Η μορφή του μοιάζει πολύ με το κτίριο που κτίστηκε το 1880, και βρίσκεται εκατοντάδες μέτρα νοτιότερα, στην οδό Πατησίων 146 και Χανίων.
Φωτογραφία από την κεντρική είσοδο
Εντυπωσιακή ήταν η διακόσμηση της βίλας τόσο στις όψεις, με έντονα στοιχεία του εκλεκτικισμού, όσο στο εσωτερικό. Έτσι, οι εξωτερικές επιφάνειες χαρακτηρίζονται από τον πλούσιο αλλά όχι υπερβολικό κεραμοπλαστικό διάκοσμο, που εμπνέεται από την ελληνική ιστορική παράδοση αλλά και από δυτικότροπα στυλ, με τη διαχωριστική ανάμεσα στις στάθμες, οδοντωτή ταινία, τα ανθεμωτά ακροκέραμα κατά μήκος της δίριχτης στέγης, τα μπαλούστρα στον εξώστη (ίδια με αυτά που σχεδιάζει περίπου τη ίδια περίοδο ο Τσίλερ στα νεοκλασικά αρχοντικά της πόλης) αλλά και τα μπαλούστρα του δώματος από την πρώτη φάση της επέκτασης της οικίας. Το χρώμα του πηλού συνδυάζεται άψογα με το κόκκινο χρώμα των επιχρισμάτων, όπως με δυσκολία διακρίνουμε σήμερα, ενώ το περίγραμμα και των τεσσάρων όψεων του κτιρίου τονιζόταν από γραπτή ταινία στο χρώμα της ώχρας. Αυτή η αρμονία των γήινων, ζεστών χρωμάτων και των υλικών δομής της εξοχικής βίλας εξάπτει τη φαντασία μας για ένα ταξίδι στο παρελθόν, όταν η βίλα έστεκε επιβλητική μέσα σε ένα φυσικό περιβάλλον γεμάτο από λιόδεντρα και εσπεριδοειδή.
//
Δείτε ακόμη:
- Urban Arch Tales #1: Το κτίριο στην Στουρνάρη & Ζαΐμη (1933)
- Urban Arch Tales #2: Ατμοηλεκτρικός Σταθμός ΑΗΣ (1903)
//
Στο εσωτερικό της βίλας, οι χώροι υποδοχής και οι κοινόχρηστοι ήταν διακοσμημένοι με επιβλητικές οροφογραφίες, τοιχογραφίες και γείσα, με πλούσια χρώματα, φυτικά και γεωμετρικά σχέδια, υιοθετώντας την τάση που σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα χαρακτηρίζει τα πλούσια αστικά σπίτια κάθε αρχιτεκτονικής ρυθμολογίας στην ελληνική επικράτεια, από τα αρχοντικά της Μακεδονίας και της Θράκης μέχρι τα νεοκλασικά του Αιγαίου.
Λίγα χρόνια αργότερα από την κατασκευή της βίλας, οι αδελφοί Κλωναρίδη, προχωρούν στην εξαγορά της αλλά και των εκτάσεων γύρω από αυτή, προκειμένου να κατασκευάσουν το 1903 το ομώνυμο και πρώτο στην Ελλάδα, εργοστάσιο Ζυθοποιίας και Παγοποιίας. Στη βίλα εγκαταστάθηκε η οικογένεια Ερρίκου Κλωναρίδη. Κι ενώ στην Ευρώπη, τουλάχιστον έναν αιώνα νωρίτερα αναπτύσσονται στο περιβάλλον των εργοστασίων εργατικές κατοικίες διαμορφώνοντας εκ νέου την πολεοδομία των πόλεων, στην Ελλάδα η πρακτική αυτή δεν είχε ως τότε ακολουθηθεί, κυρίως λόγω του μικρού μεγέθους των βιομηχανικών μονάδων και του μικρού ανθρώπινου δυναμικού που απασχολούσαν. Έτσι, σύμφωνα με την ιδιοσυγκρασία των παραδοσιακών επιχειρηματιών της εποχής, ήταν σύνηθες οι βιομήχανοι, να διαμένουν στον ευρύτερο χώρο των εργοστασίων τους, ώστε να έχουν τον άμεσο έλεγχο της παραγωγής, γεγονός που προφανώς έχει τις ρίζες του πίσω στα χρόνια των μεγάλων γαιοκτημόνων.
//
Δείτε ακόμη:
- Ο θρυλικός Πύργος της Πατησίων
- Το Θρυλικό CLUB DECADENCE "Επειδή η Παρακμή συνεχίζεται
- Μπλε Πολυκατοικία
- Στο κτίριο μυστήριο στην Ακαδημίας 58Α
//
Δείτε ακόμη
Σύντομα, η βίλα αποδείχθηκε μικρή για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες των νέων ιδιοκτητών της και η οικογένεια Κλωναρίδη προχώρησε δύο φορές σε επέκταση της πίσω όψης της, δημιουργώντας τη βίλα που βλέπουμε σήμερα στην οδό Πατησίων.
Στη διάρκεια του 20ου αιώνα το εργοστάσιο των αδελφών Κλωναρίδη έζησε την ακμή και την παρακμή της ελληνικής βιομηχανίας. Την ίδια τύχη είχε και η βίλα, η οποία κατοικήθηκε από την τελευταία απόγονο της οικογένειας μέχρι τις τελευταίες δεκαετίες του αιώνα.
Το 1994 το Υπουργείο Πολιτισμού αναγνωρίζοντας την αρχιτεκτονική σπουδαιότητα τόσο του εργοστασίου ως ένα από τα τελευταία δείγματα της παραγωγικής υποδομής της ιστορικής Αθήνας όσο και της βίλας ως προαστιακή έπαυλη των αρχών του 20ου αιώνα, τα ανακηρύσσει διατηρητέα. Παρόλα αυτά, η κήρυξη δεν στάθηκε αρκετή στο να αποτρέψει άρδην την ολοκληρωτική κατεδάφιση του εργοστασίου το 2000 από το Δήμο Αθηναίων, στου οποίου την ιδιοκτησία είχαν περάσει και τα δύο, και η βίλα να παραδοθεί στην εγκατάλειψη.
google earth, από ψηλά
Η περίπτωση αυτή είναι χαρακτηριστική για το πως νοείται από ορισμένους ιθύνοντες η "δημιουργία" και "αξιοποίηση" ελεύθερων χώρων, χωρίς μελέτες και στόχους, και πως αντιμετωπίζονται μνημεία και τοπόσημα όταν στέκονται εμπόδια στην άνευ σχεδίου και προοπτικής “ανάπτυξη”.
κείμενο/έρευνα: Σοφία Σταυριανοπούλου
φωτογραφίες: George Fiorakis - advart photos
ακολουθήστε το inExarchia στο facebook, instagram, twitter, youtube
*φωτογραφίες ελεύθερες για αναδημοσίευση, αν δεν αφορά εμπορική χρήση, με αναφορά της πηγής και ενεργό λινκ (διαφορετικά με γραπτή άδεια)